Saturday, January 10, 2009

Ιστορία καρτερικότητας και αισιοδοξίας



Ιστορία καρτερικότητας και αισιοδοξίας
 Η ταινία του Γεράσιμου Ρήγα «Πάρβας, άγονη γραμμή», σε συμπαραγωγή ΣΚΑΪ, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Του Παναγιωτη Παναγοπουλου

Μια ιδιαίτερη ταινία συμμετέχει στο φετινό ελληνικό πρόγραμμα του 49ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Το ντοκιμαντέρ του Γεράσιμου Ρήγα «Πάρβας, άγονη γραμμή» είναι μια ιστορία ζωής και θανάτου στην περιφέρεια, η ιστορία του Δημήτρη Γιαννακού, γνωστού ως Πάρβα, ενός ηλικιωμένου άντρα που ζούσε στην Αμοργό μαζί με τη γυναίκα του και την κόρη του, κρατώντας ένα παραδοσιακό καφενείο.

Η ταινία παρακολουθεί τη ζωή του Πάρβα, της γυναίκας του της Φλώρας και της κόρης τους της Ντίνας, σε τέσσερα μέρη, σε τέσσερις εποχές. Το πρωινό άνοιγμα του καφενείου, οι λιγοστοί πελάτες, ο χρόνος που μοιράζεται ανάμεσα στο καφενείο και το μικρό περιβολάκι.

 Στη συνέχεια, η αρρώστια του Πάρβα και ο θάνατός του. Το καφενείο θα αλλάξει χέρια και θα περάσει στην κόρη του τη Ντίνα, που θα συνεχίσει να μένει μόνη στο νησί, αφού η μητέρα της θα πάει να ζήσει με την άλλη της κόρη.

Ενας χρόνος γυρίσματα

Ο Γεράσιμος Ρήγας πέρασε σχεδόν ένα χρόνο στην Αμοργό, κοντά στην οικογένεια του Πάρβα. Γιατί θεωρεί όμως ότι ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή μιας οικογένειας σε ένα νησί έχει ενδιαφέρον; «Αυτό που είχε μεγαλύτερο ενδιαφέρον για μένα ήταν ότι η στάση αυτών των ανθρώπων ήταν μια έκπληξη», λέει ο σκηνοθέτης. «Θα έλεγα ότι στις σιωπές τους και στη φτωχική τους πραγματικότητα έχουν μια καρτερικότητα και μια αισιοδοξία που οι νεότερες γενιές δεν φαντάζονται. Ο Πάρβας και η γυναίκα του δεν έχουν καμία σχέση με αυτές τις γενιές που ασχολούνται με τα τουριστικά επαγγέλματα. Η δύναμη που διαθέτουν είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα για την καθημερινότητα, τον θάνατο και πώς τα βιώνει κανείς».

Η επαφή με την οικογένεια του Πάρβα έγινε από τις διακοπές που έκανε ο Ρήγας στο νησί. «Είναι άνθρωποι πολύ ανοιχτοί στους ξένους και η καθημερινότητά τους γίνεται κομμάτι της ζωής και των άλλων που έχουν επαφή μαζί τους. Θέλησα να καταγράψω αυτή την καθημερινότητα και έτυχε να συμβούν όσα συνέβησαν. Αυτά τα πρόσωπα θεωρώ ότι έχουν μιαν ιδιαιτερότητα και μια κινηματογραφική χροιά που έχει σχέση με τον βωβό σινεμά. Μιλάνε τα μάτια τους».

Πόσο διατεθειμένοι ήταν όμως να δουν τη ζωή τους να κινηματογραφείται; «Βρήκα τον Πάρβα και τού εξήγησα περίπου τι ήθελα να κάνω. Το κατάλαβε και μου είπε: “κάνε τη δουλειά σου και θα κάνω κι εγώ τη δική μου δουλειά”. Οταν αρρώστησε, είχα κάποια διλήμματα για το πόσο κοντινή θα έπρεπε να είναι η παρουσία της κάμερας. Ισως να ήταν χρήσιμη η ύπαρξη ενός τέτοιου κομματιού σε δραματουργικό επίπεδο. Ομως, αυτή η ταινία δεν έχει ιδιαίτερη πλοκή. Πρέπει να τη δει κανείς μέσα από τις μικρές της λεπτομέρειες, τις ματιές και τις αναπνοές». Επειτα από την εμπειρία του γυρίσματος, ο σκηνοθετης τι πιστεύει ότι χρειάζονται οι άνθρωποι αυτοί, που για καιρό ζουν σε απομόνωση; «Πάντα είχα μια κατανόηση γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Μετά το γύρισμα της ταινίας, η καρτερικότητα που έχουν, δεν μπορεί παρά να σε συντροφεύει. Εχουν μια διαφορετική φιλοσοφία. Με τα λίγα που διαθέτουν, καταφέρνουν να δημιουργήσουν και όλο αυτό γίνεται σιωπηλά. Δεν πιστεύω ότι χρειάζονται κάτι περισσότερο. Εμείς νομίζουμε ότι χρειάζονται. Οι ίδιοι έχουν περηφάνια και δεν δέχονται τίποτα. Τους χαρακτηρίζει η ελευθερία και ο αξιοπρεπής τρόπος ζωής. Αυτά έχουν και μ’ αυτά προσπαθούν να παλέψουν».

Η παραγωγή

Το «Πάρβας, άγονη γραμμή», είναι συμπαραγωγή Γεράσιμου Ρήγα και του ΣΚΑΪ, με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. «Η επαφή με τον ΣΚΑΪ έγινε μετά το αρχικό μοντάζ και το κανάλι ενίσχυσε οικονομικά την παραγωγή», σημειώνει ο Ρήγας. «Αυτό που ήταν επίσης σημαντικό ήταν το ψυχολογικό κομμάτι. Εκεί, η παρουσία του σταθμού ήταν καταλυτική, καθώς το ενδιαφέρον ενός καναλιού βοηθάει στην ολοκλήρωση της ταινίας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Εξάλλου, όταν υπάρχει η σχέση με έναν τηλεοπτικό σταθμό, αναλαμβάνεις την ευθύνη να παρουσιάσεις κάτι σε ένα κοινό και προσπαθείς για το καλύτερο. Ο «Πάρβας» θα προβληθεί από τη συχνότητα του ΣΚΑΪ, αφού περάσει από τις κινηματογραφικές αίθουσες. «Πάντα ελπίζει κανείς να φτάσει η ταινία του στο κοινό, ώστε να δημιουργηθεί μια ζύμωση», λέει ο Γεράσιμος Ρήγας. «Το κοινό ενδιαφέρεται και γι’ αυτές τις ταινίες, παρότι υπάρχει μια διαφορετική εντύπωση. Δεν μπορώ όμως να πιστέψω ότι ο κόσμος θέλει μόνο να βλέπει κωμωδίες με νέους ηθοποιούς».

Η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης και ταξίδεψε και στον χώρο των γυρισμάτων της τον περασμένο Ιούλιο με μια προβολή στη μικρή αίθουσα της κινηματογραφικής λέσχης της Αμοργού. Παρούσα σε αυτή την ιδιαίτερη προβολή ήταν και η Αναστασία Χρυσούλη, ένας από τους ανθρώπους, που έχει αναπτύξει ιδιαίτερη σχέση με το νησί, όπως και με τον Πάρβα, πηγαίνοντας επί χρόνια για διακοπές, όπως και ο Ρήγας. «Ηταν ένα κάλεσμα για τον ύστατο αποχαιρετισμό στο πρόσωπο του Πάρβα. Το βούρκωμα κρατάει γερά το δάκρυ του βλέμματος και προχωράει στο βουβό εσωτερικό δάκρυ της ψυχής».

Τη μουσική τoυ «Πάρβα» έχει γράψει ο Νίκος Κηπουργός. Οπως σημειώνει ο συνθέτης, «αυτό που πάντα αναζητεί η μουσική σε μια ταινία είναι, με κάποιον τρόπο να προσπαθήσει να βρει μια υπόγεια διάσταση. Η ταινία έχει μια ψυχή που με κινητοποίησε. Εχει έναν χαρακτήρα και διαδραματίζεται σε έναν χώρο που δεν μπορεί να αφήσει αδιάφορη τη μουσική. Γι’ αυτό έγινε μια επιλογή οργάνων, όπως η λύρα, που χωρίς να παραπέμπει άμεσα, είναι μια μακρινή αναφορά στην παραδοσιακή μουσική».

No comments:

Post a Comment