Monday, January 5, 2009

«Είναι ελεύθεροι στην Αμοργό...»

«Είναι ελεύθεροι στην Αμοργό...»

Λιτός φόρος τιμής στην απλότητα των «τελευταίων» της απομονωμένης νησιωτικής Ελλάδας είναι για τον Γεράσιμο Ρήγα όσα κατέγραψε στο ντοκιμαντέρ «Πάρβας, άγονη γραμμή»

Επί χρόνια ο Δημήτρης Γιαννακός, γνωστός και ως Πάρβας, λειτουργούσε το καφενεδάκι του στη Χώρα της Αμοργού, στην είσοδό της αριστερά, κοντά στο τέρμα των λεωφορείων. Επί χρόνια άνοιγε στις 6 το πρωί, αργότερα πήγαινε για να φροντίσει τις καλλιέργειές του στη γη που του ανήκε. Μαζί του έμενε η γυναίκα του Φλώρα και η κόρη του Ντίνα.


Η Φλώρα Γιαννακού κρατούσε το καφενείο μαζί με τον άντρα της. Την ημέρα της επομένης του θανάτου του το άνοιξε ξανά στις 5.45 το πρωί, όπως το συνήθιζαν.
Η Φλώρα Γιαννακού κρατούσε το καφενείο μαζί με τον άντρα της. Την ημέρα της επομένης του θανάτου του το άνοιξε ξανά στις 5.45 το πρωί, όπως το συνήθιζαν.

Τις συνήθειες της καθημερινότητάς τους κατέγραψε για ένα χρόνο ο Γεράσιμος Ρήγας στο ντοκιμαντέρ «Πάρβας, άγονη γραμμή», που βγαίνει στις αίθουσες στις 22 Ιανουαρίου. Σημαδεμένη από τον θάνατο του ίδιου του πρωταγωνιστή της, η ταινία, όπως εξηγεί στη συζήτησή μας ο σκηνοθέτης, είναι ένας λιτός φόρος τιμής στην απλότητα των «τελευταίων» της απομονωμένης νησιωτικής Ελλάδας.

Με το «Πάρβας, άγονη γραμμή» ο Γεράσιμος Ρήγας υπογράφει το δεύτερο ντοκιμαντέρ του μετά τις «Συνήθειες», με αντικείμενο την καθημερινότητα στην Κρατική Σχολή Χορού.
Με το «Πάρβας, άγονη γραμμή» ο Γεράσιμος Ρήγας υπογράφει το δεύτερο ντοκιμαντέρ του μετά τις «Συνήθειες», με αντικείμενο την καθημερινότητα στην Κρατική Σχολή Χορού. 

Πώς έγινε η γνωριμία σας με τον Πάρβα και την οικογένειά του;

Ενας φίλος μου που είχε μια μακρόχρονη σχέση με το νησί με έκανε να κολλήσω. Μου άρεσε να πηγαίνω κάθε χρόνο και αγάπησα πολύ τη Χώρα, δεθήκαμε με αυτή την οικογένεια. Κάποια στιγμή εγώ αποφάσισα να πάω και να καταγράψω τη ζωή τους. Τον Ιανουάριο του 2006 πήγα και έμεινα εκεί ένα χρόνο.

Τι ήταν αυτό που σας κέντρισε το ενδιαφέρον ώστε να κάνετε μια ταινία γύρω απ αυτούς;

Οταν ξεκινάς να πας κάπου, το κάνεις πιο πολύ από ένστικτο. Εχει να κάνει κυρίως με κάποια συναισθήματα δικά σου παρά με τη λογική. Κατά τη διάρκεια της ταινίας και μετά κατά το μοντάζ, αυτό που βρίσκω πολύ ενδιαφέρον είναι δύο πράγματα: πρώτον, πως αυτοί οι άνθρωποι με ελάχιστα μέσα καταφέρνουν να παραμένουν δημιουργικοί σε έναν ουσιαστικά πολύ μικρό χώρο και χωρίς να έχουν πολλές ανέσεις. Δεύτερον, πως έχουν μια ελευθερία. Παρ ότι φαίνεται δύσκολο, έχουν μια ελευθερία απέναντι στη φύση και τον θάνατο.

Αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση ήταν η επιμονή του Πάρβα να δουλεύει μέχρι το τέλος ακόμα κι όταν τον εγκατέλειπαν οι δυνάμεις του...

Είναι αυτό που είπα και πριν. Μέχρι την τελευταία στιγμή αυτοί οι άνθρωποι παραμένουν δημιουργικοί και λειτουργούν με φοβερή υπευθυνότητα. Συνεχίζουν να υπηρετούν την τοπική κοινωνία. Αν το σκεφτεί κανείς, δεν υπάρχει λόγος να ανοίγουν το καφενείο στις 6 το πρωί. Είναι μια άλλη γενιά με μεγάλη αγάπη για τον τόπο της, μεγάλο πάθος. Το καφενείο βρίσκεται σε ένα κομβικό σημείο στη Χώρα, απ όπου περνούν όλοι οι κάτοικοι και παίρνουν κάτι. Είναι ένας τόπος συνάντησης όπου οι άνθρωποι συζητούν για τον καιρό, την καθημερινότητα, την πολιτική. Ζει η τοπική κοινωνία μέσα από αυτό...

Εσείς επιλέξατε να τους κινηματογραφήσατε πολύ διακριτικά.

Ουσιαστικά είναι σαν να έχω κάνει μια ταινία μυθοπλασίας. Επειδή υπήρχε μεγάλη εμπιστοσύνη μεταξύ μας, ο Πάρβας και η οικογένειά του είναι σαν ηθοποιοί σε μια αυτοβιογραφική ταινία. Αυτό οφείλεται και στο ότι εγώ ήμουν μόνος μου εκεί, χωρίς συνεργείο. Οταν ξεκίνησα να πάω εκεί είχε γίνει μια πρόταση στο Κέντρο Κινηματογράφου που απορρίφθηκε. Γιατί υπήρχε αβεβαιότητα. Εγώ είπα ότι θέλω να πάω κάπου και να κινηματογραφήσω κάποιους ανθρώπους για ένα χρόνο. Ολο αυτό είχε ένα μεγάλο ρίσκο. Θα μπορούσε να μη βγει και τίποτε. Οπότε ήμουν μόνος με την κάμερα. Χωρίς ένα συνεργείο παρόν ήμουν κι εγώ ένα μέρος της καθημερινότητας της οικογένειας. Είναι πολύ βασικό να υπάρχει εμπιστοσύνη ανάμεσα σε εμένα και τους ανθρώπους που κινηματογραφώ.

Σας δέχτηκαν από την αρχή, δηλαδή.

Ο Δημήτρης Γιαννακός ήταν πολύ δεκτικός στους ξένους. Είχε γίνει και μια σημαντική διατριβή για τη Χώρα της Αμοργού από τον Εμίλ Κολονί, που είχε δημοσιευτεί στη Γαλλία. Μια πολύ σημαντική καταγραφή της Χώρας και των ανθρώπων της. Και πάλι αυτός είχε αφιερώσει τη δουλειά του στον Γιαννακό. Ο Πάρβας ήταν πολύ ανοιχτός σε καινούργιες ιδέες και ξένους ανθρώπους.

Τη μουσική τη συνέθεσε ο Νίκος Κυπουργός...

Ο Νίκος είδε την ταινία και με ρώτησε τι σκέψεις είχα. Εγώ είχα χρησιμοποιήσει στην αρχή το πολύ αργό bap, μια πολύ λιτή μουσική που χρησιμοποιεί μόνο πιάνο.

Στη συνέχεια, συζητώντας, αποφασίσαμε να χρησιμοποιήσουμε πιο πολύ το λαούτο, που ήταν και το όργανο που έπαιζε ο Δημήτρης, αλλά και τη λύρα. Οργανα που έχουν μεγάλη παράδοση στην Αμοργό και την ευρύτερη περιοχή.

Την τελευταία δεκαετία υπάρχει μια μικρή άνθηση του ελληνικού ντοκιμαντέρ. Βλέπουμε να γίνονται προσεγμένες δουλειές. Η ταινία σας ανήκει σε αυτό το ρεύμα. Νομίζετε ότι το κοινό δείχνει την απαραίτητη ανταπόκριση;

Δεν μπορώ να το πω αυτό. Δεν νομίζω όμως ότι μπορεί να κατηγορεί κανείς το κοινό. Προσωπικά πιστεύω στο ελληνικό κοινό και νομίζω ότι οι θεατές καταλαβαίνουν αν μια ταινία είναι ειλικρινής ή όχι. Η δικιά μου ταινία βγαίνει σε μια αίθουσα, αρχικά για μία εβδομάδα. Για να κρατηθεί και να έχει ένα βάθος χρόνου πρέπει σε μία εβδομάδα να κάνει αρκετά εισιτήρια το οποίο είναι δύσκολο γιατί, δυστυχώς, δεν υπάρχει μεγάλη δυνατότητα να διαφημιστεί αρκετά. Το μπάτζετ της ταινίας είναι περιορισμένο. Αλλες ταινίες που γίνονται επιτυχίες έχουν μεγάλους προϋπολογισμούς και βρίσκουν διανομή σε πολλές αίθουσες. Χρειάζεται το σύστημα να δώσει σε τέτοιου είδους κινήσεις περισσότερο χρόνο.

Απ όλη αυτή την εμπειρία, τι κρατάτε περισσότερο;

Την ίδια την εμπειρία. Το πιο σημαντικό για εμένα είναι όσα έζησα με αυτούς τους ανθρώπους. Ασχετα από το αν η ταινία πάρει βραβεία ή βγει στις αίθουσες, το πιο βασικό είναι η εμπειρία και η σχέση που αναπτύσσει κανείς.

Ο Δημήτρης Γιαννακός, γνωστός και ως Πάρβας, διατηρούσε επί χρόνια το παραδοσιακό καφενείο στην είσοδο της Χώρας της Αμοργού, καθώς και μια έκταση γης που καλλιεργούσε με πάθος. Ο Γεράσιμος Ρήγας ξεκίνησε να σκιαγραφεί το πορτρέτο του τον Ιανουάριο του 2006 και συνέχισε να κινηματογραφεί τη ζωή και τις συνήθειες της γυναίκας του Φλώρας και της κόρης του Ντίνας, μετά τον θάνατό του το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς.

ΑΝΤΑ ΔΑΛΙΑΚΑ 

No comments:

Post a Comment